Οι ντροπές μας

06/04/2021
Image
shame

Όσες φορές και να έχει επαναληφθεί η ίδια σκηνή μπροστά στα μάτια μου, κάθε φορά το συναίσθημα που μου δημιουργεί είναι το ίδιο έντονο: πάγωμα. Σαν να γίνομαι μάρτυρας σε κάτι πολύ μεγάλο και κατακλυσμιαίο. Είναι η σκηνή στην οποία οι γονείς θα πουν σε ένα μικρό παιδί  «με κάνεις ρεζίλι», «θα μας κάνεις ρεζίλι»: τα πρώτα μαθήματα ντροπής.

Όταν αυτή η ιδέα επαναλαμβάνεται έντονα στη σχέση γονέα-παιδιού, αποτελεί ένα πολύ σαφές μήνυμα: αυτό που είσαι δεν είναι άξιο να υφίσταται. Η ντροπή του γονέα κληροδοτείται στο παιδί ως ένας οδηγός ζωής που το μαθαίνει να κρύβει τα χαρακτηριστικά που πήραν τον τίτλο του ελαττωματικού. Ο γονέας αναθέτει στο παιδί του να καταργήσει τον εαυτό του ή κάποια «ενοχλητική» συμπεριφορά του, ώστε ο ίδιος να απαλλαγεί από την ντροπή που αισθάνεται.

Οι εμπειρίες ντροπής, ως τραυματικές εμπειρίες, έχουν καταχωρηθεί εντός μας άτακτα, αποδιοργανωμένα, υπό την επιρροή έντονης συναισθηματικής απορρύθμισης.  Η ντροπή εμφανίζεται με την επιθυμία να κρυφτεί κανείς, να μην είναι ορατός. Η κρυψώνα μοιάζει να είναι ένα καταφύγιο στο οποίο μπορεί να βιωθεί στο μέγιστο βαθμό ο πόνος, η δυσφορία και ο θυμός: για παράδειγμα, οι άνθρωποι με παραπανίσια κιλά τρώνε κρυφά το βράδυ και σπάνια μπροστά σε παρέες, οι άνθρωποι που αυτοτραυματίζονται κρύβουν μετά τα σημάδια τους… Οτιδήποτε έχει συνδεθεί με συναισθήματα αναξιότητας και ανεπάρκειας, δηλαδή με ντροπή, πρέπει να μείνει κρυφό. Αν όχι, απειλεί την ύπαρξη.

Στις γυναίκες θα δεις συχνά τη ντροπή να φωλιάζει μέσα στη σκέψη πως «δεν μπορώ να τα φροντίσω όλα, δεν τα έκανα όλα όσο καλά έπρεπε», καθώς και σε όλα εκείνα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την εξωτερική τους εμφάνιση. Και πολλά άλλα. Στους άνδρες θα τη δεις συχνά στη σκέψη «μη φανώ αδύναμος, αντιπαραγωγικός, μη φανεί πως κάτι δεν μπορώ να το διαχειριστώ με αποφασιστικότητα και αυτοκυριαρχία». Και πολλά άλλα. Σε κάθε περίπτωση, όποια και να είναι η κοινωνική κατασκευή της ανεπάρκειας για το κάθε φύλο, η ντροπή έρχεται να ακυρώσει αυτό που είσαι και να το ανακηρύξει ανάξιο να αγαπηθεί και να ανήκει. Ανάξιο να ανοιχτεί σε δεσμούς.

Είναι σοκαριστικά αποκαλυπτικό το πόσο η ντροπή επηρεάζει τον τρόπο που ζούμε, που δουλεύουμε, που μεγαλώνουμε παιδιά, που κοιτάμε τους άλλους, που κοιτάμε τον εαυτό μας. Είναι τόσο αποκαλυπτικά τα τεχνάσματα στα οποία καταφεύγουμε για να αποφύγουμε την ντροπή, αλλά και οι επιλογές που κάνουμε ορμώμενοι από την ντροπή. Τεχνάσματα νοητικά ή καμωμένα έτσι ώστε να γλιτώσουμε το όποιο υπαρξιακό μας ρεζίλι.

Η σαρωτική δύναμη της ντροπής θρέφεται από τον κοινωνικό παράγοντα, από το βλέμμα του άλλου. Τα διάφορα μασκαρέματα που κάνει στα χρόνια που ακολουθούν την παιδική μας ηλικία, είναι από τα λιγότερο –ή και καθόλου- συζητημένα θέματα στις ιστορίες που ανταλλάσουμε. Στην ψυχοθεραπεία, η εμπειρία της ντροπής, ενώ διαποτίζει το βλέμμα, τη στάση του σώματος, την έκφραση, τις λέξεις, δύσκολα oρίζεται από το άτομο ως τέτοια. Κι αυτό γιατί η εμπειρία της ντροπής περιλαμβάνει καταστάσεις που ανήκουν στη σφαίρα του ανείπωτου. Πράγματι, η ντροπή διατηρείται χάρη στη μυστικότητα, την επίκριση και τη σιωπή.

Και ποιος είναι ο τρόπος να φωτιστεί αυτή η απροσπέλαστη ζώνη; Μα φυσικά να μιλήσουμε για τις ντροπές μας. Μιλώντας για, μιλώντας με τις ντροπές μας, μεγαλώνουμε.  Και όσο μεγαλώνουμε εμείς, τόσο συρρικνώνονται εκείνες.

Σκέφτομαι συχνά, βλέποντας ανθρώπους να συρρικνώνονται προς το αόρατο, πόσο αναγκαίο είναι  να μιλήσουν μαζί με άλλους τη γλώσσα της ντροπής, να ρίξουν φως και να αερίσουν τις κρυψώνες τους. Να μοιραστούν την ντροπή τους ( γι’ αυτό που είναι, γι’ αυτό που δεν είναι, γι’ αυτό που σκέφτονται, γι’ αυτό που θέλουν και χρειάζονται, γι’ αυτό που κάνουν ή δεν κάνουν) , αλλά να το κάνουν κάτω από μία βασική υπενθύμιση: αν στο μοίρασμα αυτό εισπράξουν απόρριψη, δε θα φταίει το δικό τους ελάττωμα ή η δική τους ανεπάρκεια. Η απόρριψη από τον όποιον άλλο ακροατή εκφράζει τη δική του δυσκολία να κάνει χώρο για εμάς αλλά και για τα δικά του συναισθήματα που φυσιολογικά θα βιώσει όταν έρθει αντιμέτωπος και με τις δικές του κρυψώνες, στη θέαση των δικών μας. Επομένως, έχει νόημα να επιλέγουμε ένα φιλόξενο μέρος, σε σχέσεις που αισθανόμαστε ασφάλεια, προκειμένου να επιτρέψουμε ένα τέτοιο μοίρασμα.

Όχι μόνο θα επιτρέψουμε σε εμάς να υπάρχουμε ακριβώς όπως είμαστε, αλλά θα δώσουμε και μία ευκαιρία στον εκάστοτε συνομιλητή να αναζητήσει κι ο ίδιος ένα χώρο να εκφράσει τις δικές του «τυφλές γωνίες». Κι έτσι, από μία τέτοια αλληλεπίδραση απενοχοποίησης, να προχωρήσουμε στη σύνδεση με τους άλλους και την κατάργηση του στίγματος για όσα είμαστε αλλά μάθαμε πως πρέπει να κρατάμε κρυφά και σφραγισμένα.

Signature
Ομάδα In Vivo